Δημοσιεύθηκε: 27/02/2013
Γυναικεία Υπογονιμότητα!! Οτι πρέπει να ξέρω!!!
Οργανικά αίτια
Μπορεί να πρόκειται για προβλήματα που εντοπίζονται είτε στα γεννητικά όργανα της γυναίκας είτε σε συστηματικές παθήσεις:
Προβλήματα στις σάλπιγγες
Oι σάλπιγγες, όπου φυσιολογικά θα γονιμοποιηθεί το ωάριο που «κατέβηκε» από την αντίστοιχη ωοθήκη και θα κυλήσει προς τη μήτρα, είναι πολύ ευαίσθητα όργανα. Παρ` όλα αυτά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι γυναίκες έχουν δύο σάλπιγγες, όπως και ωοθήκες. Το να λείπει λοιπόν η μία σάλπιγγα (να έχει αφαιρεθεί για κάποιο λόγο, επειδή π.χ. υπήρξε κάποια εξωμήτρια κύηση) δεν είναι απαγορευτικό για να μείνει μια γυναίκα έγκυος, αφού η ίδια η φύση έχει προνοήσει ώστε η σάλπιγγα να παρουσιάζει αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν «τροπισμό», να έχει δηλαδή κινητικότητα προσπαθώντας να «βρει» το ωάριο (ακόμα κι αν αυτό «κατεβαίνει» από την αντίθετη ωοθήκη σε σχέση με τη σάλπιγγα που υπάρχει).
Τι συμβαίνει: Μπορεί η σάλπιγγα να μην έχει κινητικότητα, να μην έχει λειτουργικότητα ή να έχει κάποια απόφραξη (να μην μπορεί δηλαδή το ωάριο να περάσει μέσα της)
Σε τι οφείλεται: Τα προβλήματα της σάλπιγγας μπορεί να οφείλονται σε μετεγχειρητικές συμφύσεις (επειδή έγινε κάποιο χειρουργείο εξαιτίας μιας εξωμήτριας κύησης για παράδειγμα), στην ενδομητρίωση, σε άγνωστους παράγοντες αλλά και σε κάποια φλεγμονή (σαλπιγγίτιδα), που πέρασε η γυναίκα κάποια στιγμή στη ζωή της και δεν την κατάλαβε ή δεν αντιμετωπίστηκε επαρκώς. Τα συμπτώματα που παρουσιάζουν οι σαλπιγγίτιδες είναι πόνος στην κοιλιά (μερικές φορές και πυρετός) και μπορεί να οφείλονται σε διάφορα μικρόβια (π.χ. στα χλαμύδια που είναι ένα σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα, που δυστυχώς δεν δίνει κανένα σύμπτωμα). Oι σαλπιγγίτιδες μπορεί να περάσουν από μόνες τους, αλλά μετά να αφήσουν συμφύσεις στη σάλπιγγα, οι οποίες δημιουργούν προβλήματα γονιμότητας. Oι σαλπιγγίτιδες διαγιγνώσκονται κάποιες φορές και ανάλογα την έκταση του προβλήματος, είτε με υπέρηχο (υδροσάλπιγγες), είτε με κλινική εξέταση και αντιμετωπίζονται με αντιβίωση (μερικές φορές είναι απαραίτητη η ενδοφλέβια χορήγηση της αντιβίωσης, οπότε και η εισαγωγή της γυναίκας στο νοσοκομείο)
Πώς αντιμετωπίζεται: Παλαιότερα, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών η μόνη λύση ήταν η χειρουργική επέμβαση (με μικρή πιθανότητα επιτυχίας και μεγάλη ταλαιπωρία για τη γυναίκα), αλλά στις μέρες μας οι ειδικοί προτιμούν τη λύση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (εξωσωματική γονιμοποίηση), που ούτως ή άλλως έχει πολύ υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας
Διαταραχές στην ωορρηξία
Τι συμβαίνει:Η γυναίκα έχει κάποιο πρόβλημα στην ποιότητα της ωορρηξίας της, που συχνά συνοδεύεται από αραιομηνόρροια ή αμηνόρροια. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μην υπάρχει καν ωορρηξία ή ότι η ωορρηξία γίνεται μεν, αλλά με άτακτους ρυθμούς. Σε κάποιες περιπτώσεις οι γιατροί συνδέουν το πρόβλημα αυτό και με τις πολυκυστικές ωοθήκες
Σε τι οφείλεται: Το πρόβλημα με την ωορρηξία έχει να κάνει είτε με το γεγονός ότι οι ωοθήκες δεν μπορούν να παράγουν ωάρια είτε δεν μπορούν να πάρουν εντολή ώστε να παράγουν ωάρια. Η αιτία βρίσκεται σε διάφορες ορμονικές διαταραχές, όπως είναι η υπερπρολακτιναιμία, η υπερανδρογοναιμία, οι βλάβες της υπόφυσης, οι βλάβες των ωοθηκών, οι θυρεοειδοπάθειες κ.ά.
Πώς αντιμετωπίζεται: Η αντιμετώπιση συνίσταται στη διέγερση των ωοθηκών με φάρμακα σε μορφή χαπιών ή ενέσεων. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως αυτή των πολυκυστικών ωοθηκών, η λύση είναι η επεμβατική λαπαροσκόπηση. Έχει πάντως παρατηρηθεί πως, αν οι γυναίκες που έχουν πολυκυστικές ωοθήκες είναι παχύσαρκες και χάσουν το 25% του βάρους τους, μπορεί να διορθωθεί το πρόβλημά τους σε ποσοστό 50%, εφόσον όμως δεν συντρέχει και άλλη αιτία υπογονιμότητας
Ενδομητρίωση
Τι συμβαίνει: Η ενδομητρίωση περιγράφεται ως η ανάπτυξη ενδομητρικού ιστού εκτός της μήτρας και απασχολεί το 10% με 15% των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία (συνήθως από 25 ως 35 ετών). Αυτός ο ιστός, που βρίσκεται σε σημεία εκτός της μήτρας, ακολουθεί με τη σειρά του τις ορμονικές επιταγές του σώματος, οπότε, κάθε φορά που η γυναίκα έχει περίοδο, αιμορραγεί κι αυτός, με αποτέλεσμα να προκαλείται ο έντονος πόνος που χαρακτηρίζει την ενδομητρίωση (στη διάρκεια της περιόδου, στην ωορρηξία, σπανιότερα σε άσχετες στιγμές ως πόνος κάπου στην κοιλιά, κατά τη διάρκεια ή μετά τη σεξουαλική επαφή). Βέβαια υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν εμφανίζεται πόνος ούτε κάποιο άλλο σύμπτωμα. O μόνος σίγουρος τρόπος για να γίνει ασφαλής διάγνωση είναι η επέμβαση είτε λαπαροσκοπικά (που είναι και το πιο συνηθισμένο) ή με ανοιχτό χειρουργείο. Γενικά, σύμφωνα με έρευνες, το 50% των γυναικών που έχουν ενδομητρίωση αντιμετωπίζουν επίσης πρόβλημα υπογονιμότητας. Αυτό συμβαίνει επειδή δημιουργούνται προβλήματα στην ανατομική και λειτουργική ακεραιότητα των έσω γεννητικών οργάνων (μήτρα, σάλπιγγες, ωοθήκες)
Σε τι οφείλεται: Oι ειδικοί δεν γνωρίζουν με βεβαιότητα όλες τις πιθανές αιτίες που δημιουργούν την ενδομητρίωση. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες σχετικά με τους λόγους εξαιτίας των οποίων μπορεί να προκαλείται. Ένας από τους σημαντικότερους μπορεί να είναι ότι υπάρχει παλινδρόμηση των κυττάρων του ενδομητρίου προς την κοιλιά μέσω των σαλπίγγων
Πώς αντιμετωπίζεται: Η ενδομητρίωση πρέπει να αντιμετωπίζεται εγκαίρως και αποτελεσματικά και, ανάλογα με το μέγεθος και το είδος του προβλήματος, η λύση είναι είτε η επέμβαση είτε η λήψη φαρμακευτικής αγωγής. Από την άλλη πλευρά, η εγκυμοσύνη -αν βέβαια επιτευχθεί, γιατί η ενδομητρίωση προκαλεί υπογονιμότητα- θεραπεύει προσωρινά και όσο διαρκεί η εγκυμοσύνη, το πρόβλημα της ενδομητρίωσης. Αν το πρόβλημα της ενδομητρίωσης δεν αντιμετωπίζεται, τότε τη λύση έρχεται να δώσει η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (σπερματέγχυση ή εξωσωματική γονιμοποίηση)
Ηλικία
Η γυναικεία γονιμότητα μειώνεται όσο περνάει η ηλικία. Αυτό ξεκινά μετά τα 30, γίνεται πιο εμφανές μετά τα 35 και φυσικά ακόμα πιο σοβαρό μετά την ηλικία των 40, χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν γυναίκες που συλλαμβάνουν φυσιολογικά στα 42 ή και στα 45 ακόμα.
Αλλοι παράγοντες
Αυτοί μπορεί να σχετίζονται με ενδοκρινικά νοσήματα, που συνήθως επηρεάζουν την ωορρηξία (και όχι μόνο) και κατ’ επέκταση και τη γονιμότητα (π.χ. διαβήτης, προβλήματα στο θυρεοειδή, παθήσεις στα επινεφρίδια κ.ά.), με προβλήματα του τραχήλου (π.χ. ο τράχηλος και η τραχηλική βλέννα είναι «εχθρικοί» προς τη διέλευση του σπέρματος εξαιτίας ανοσολογικών παραγόντων, τραχηλίτιδων κ.ά.), με προβλήματα του ενδομητρίου (μια υπερπλασία, ένα ινομύωμα, ένας πολύποδας, η ύπαρξη συμφύσεων εξαιτίας για παράδειγμα μίας απόξεσης κ.ά.), με προβλήματα της μήτρας (εξαιτίας μίας συγγενούς ανωμαλίας της μήτρας, που μπορεί να είναι πολύ μικρή ή να είναι δίκερος, διθάλαμος κ.λπ.), τα οποία αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση.
Παίζει ρόλο η ψυχολογία;
Υπάρχουν ψυχολογικοί παράγοντες, όπως είναι το άγχος, η πίεση της δουλειάς, η κούραση κ.λπ. που παίζουν σημαντικό ρόλο στην ικανότητα σύλληψης. Παρ` όλα αυτά οι ειδικοί εξηγούν πως πρόκειται συνήθως για παροδικούς παράγοντες. Η γυναίκα τα τελευταία χρόνια -και η Ελληνίδα ακόμα περισσότερο από ό,τι παλαιότερα- έχει κάνει μια στροφή προς την καριέρα, έχει αναβαθμίσει το κοινωνικό και το μορφωτικό της επίπεδο και ως εκ τούτου έχει αναλάβει πολλές υποχρεώσεις, που σίγουρα την απομακρύνουν και από την επιθυμία της να δημιουργήσει οικογένεια.
Καθήκοντα που παλαιότερα θεωρούνταν καθαρά αντρικά απασχολούν τη σύγχρονη γυναίκα και συχνά οδηγούν σε σωματοποίηση του άγχους της, που εκφράζεται με γυναικολογικά προβλήματα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η υπερπρολακτιναιμία (η υπερπαραγωγή προλακτίνης), που αναστέλλει την ωοθυλακιορρηξία και οδηγεί σε μία μορφή υπογονιμότητας. Σημαντικό πάντως είναι να σημειώσουμε πως γενικά οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας, επειδή έχουν πολύ άγχος, πιεστικές υποχρεώσεις και δουλεύουν άστατες ώρες, όταν ηρεμήσουν και ρίξουν τους ρυθμούς τους, παρουσιάζουν αποκατάσταση του ορμονικού τους προφίλ και καταφέρνουν εύκολα να συλλάβουν.
Εκτρώσεις και υπογονιμότητα
Oι ειδικοί τονίζουν πως ποτέ δεν μπορούν να πουν με ασφάλεια ότι μία έκτρωση δεν θα δημιουργήσει κανένα ή αντίστοιχα πολλά προβλήματα στη μετέπειτα προσπάθεια μιας γυναίκας να συλλάβει. Γενικά, σύμφωνα με τις στατιστικές, μία στις 150 ή τις 200 εκτρώσεις οδηγεί σε υπογονιμότητα λόγω προβλημάτων που δημιουργούνται στις σάλπιγγες. Φυσικά, όσο πιο προσεκτικά γίνεται μία έκτρωση και όταν τηρούνται όλοι οι κανόνες από το γυναικολόγο και το νοσοκομείο στο οποίο διενεργείται η επέμβαση, τόσο περισσότερο μειώνονται οι πιθανότητες να υπάρξουν επιπλοκές.
Το πρόβλημα είναι πως η έκτρωση μπορεί να προκαλέσει κάποια επιπλοκή, όπως είναι μία φλεγμονή, συμφύσεις εξαιτίας της επέμβασης κ.ά., που μπορεί να οδηγήσουν σε υπογονιμότητα. Από την άλλη πλευρά, η έκτρωση μπορεί να δημιουργήσει επιπλοκές σε μια μελλοντική εγκυμοσύνη (αποβολή, πρόωρος τοκετός ή μεγάλη αιμορραγία), αν προκληθούν προβλήματα στο ενδομήτριο.
Ακόμη, οι ειδικοί δεν μπορούν να μιλήσουν με βεβαιότητα ούτε για το κατά πόσο ο αριθμός των εκτρώσεων παίζει ρόλο στη γονιμότητα. Μπορεί και μία μόνη έκτρωση να δημιουργήσει πρόβλημα υπογονιμότητας, αλλά σίγουρα όσο περισσότερες γίνονται τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να προκύψει κάποια τέτοια επιπλοκή.
Τι μπορεί να σημαίνουν οι αποβολές
Σύμφωνα με τους ειδικούς, αν συμβεί μία και μόνη αποβολή δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Αυτό σημαίνει ότι μία αποβολή που προκύπτει για πρώτη φορά (στο πρώτο τρίμηνο της κύησης) μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο γεγονός, αφού το 12% με 15% των αποδεδειγμένων κυήσεων καταλήγουν σε αποβολή. Αν όμως ο αριθμός αυξηθεί και οι αποβολές επαναληφθούν και γίνουν δύο ή τρεις, τότε θα πρέπει το ζευγάρι -και κυρίως η γυναίκα- να μπει στη διαδικασία να κάνει διάφορες εξετάσεις. Γενικά, αυτό που έχει παρατηρηθεί είναι ότι οι αποβολές αυξάνονται όσο μεγαλώνει η γυναίκα και συνήθως οφείλονται σε: γενετικά αίτια (χρωμοσωμικές ανωμαλίες του εμβρύου), ανατομικά αίτια (στη μήτρα της μέλλουσας μητέρας), ενδοκρινικά αίτια ή λοιμώξεις (π.χ. ερυθρά) της εγκυμονούσας, περιβαλλοντικά ή χημικά αίτια (π.χ. αλκοόλ, καφές) και ανοσολογικά αίτια. Η πρόγνωση σε σχέση με τις αποβολές έχει να κάνει με την αιτία που τις προκαλεί (π.χ. ανατομικά προβλήματα, ανοσολογικοί παράγοντες, γενετικά νοσήματα, ορμονικά προβλήματα κ.ά.).
Προσοχή:
Όταν μία αποβολή συμβεί μετά τη 12η εβδομάδα της κύησης, είναι σκόπιμο να υπάρξει περαιτέρω διερεύνηση των αιτίων που πιθανώς την προκάλεσαν, ώστε αυτά, αν είναι δυνατό, να προληφθούν σε μελλοντική εγκυμοσύνη.
Μπορεί να πρόκειται για προβλήματα που εντοπίζονται είτε στα γεννητικά όργανα της γυναίκας είτε σε συστηματικές παθήσεις:
Προβλήματα στις σάλπιγγες
Oι σάλπιγγες, όπου φυσιολογικά θα γονιμοποιηθεί το ωάριο που «κατέβηκε» από την αντίστοιχη ωοθήκη και θα κυλήσει προς τη μήτρα, είναι πολύ ευαίσθητα όργανα. Παρ` όλα αυτά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι γυναίκες έχουν δύο σάλπιγγες, όπως και ωοθήκες. Το να λείπει λοιπόν η μία σάλπιγγα (να έχει αφαιρεθεί για κάποιο λόγο, επειδή π.χ. υπήρξε κάποια εξωμήτρια κύηση) δεν είναι απαγορευτικό για να μείνει μια γυναίκα έγκυος, αφού η ίδια η φύση έχει προνοήσει ώστε η σάλπιγγα να παρουσιάζει αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν «τροπισμό», να έχει δηλαδή κινητικότητα προσπαθώντας να «βρει» το ωάριο (ακόμα κι αν αυτό «κατεβαίνει» από την αντίθετη ωοθήκη σε σχέση με τη σάλπιγγα που υπάρχει).
Τι συμβαίνει: Μπορεί η σάλπιγγα να μην έχει κινητικότητα, να μην έχει λειτουργικότητα ή να έχει κάποια απόφραξη (να μην μπορεί δηλαδή το ωάριο να περάσει μέσα της)
Σε τι οφείλεται: Τα προβλήματα της σάλπιγγας μπορεί να οφείλονται σε μετεγχειρητικές συμφύσεις (επειδή έγινε κάποιο χειρουργείο εξαιτίας μιας εξωμήτριας κύησης για παράδειγμα), στην ενδομητρίωση, σε άγνωστους παράγοντες αλλά και σε κάποια φλεγμονή (σαλπιγγίτιδα), που πέρασε η γυναίκα κάποια στιγμή στη ζωή της και δεν την κατάλαβε ή δεν αντιμετωπίστηκε επαρκώς. Τα συμπτώματα που παρουσιάζουν οι σαλπιγγίτιδες είναι πόνος στην κοιλιά (μερικές φορές και πυρετός) και μπορεί να οφείλονται σε διάφορα μικρόβια (π.χ. στα χλαμύδια που είναι ένα σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα, που δυστυχώς δεν δίνει κανένα σύμπτωμα). Oι σαλπιγγίτιδες μπορεί να περάσουν από μόνες τους, αλλά μετά να αφήσουν συμφύσεις στη σάλπιγγα, οι οποίες δημιουργούν προβλήματα γονιμότητας. Oι σαλπιγγίτιδες διαγιγνώσκονται κάποιες φορές και ανάλογα την έκταση του προβλήματος, είτε με υπέρηχο (υδροσάλπιγγες), είτε με κλινική εξέταση και αντιμετωπίζονται με αντιβίωση (μερικές φορές είναι απαραίτητη η ενδοφλέβια χορήγηση της αντιβίωσης, οπότε και η εισαγωγή της γυναίκας στο νοσοκομείο)
Πώς αντιμετωπίζεται: Παλαιότερα, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών η μόνη λύση ήταν η χειρουργική επέμβαση (με μικρή πιθανότητα επιτυχίας και μεγάλη ταλαιπωρία για τη γυναίκα), αλλά στις μέρες μας οι ειδικοί προτιμούν τη λύση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (εξωσωματική γονιμοποίηση), που ούτως ή άλλως έχει πολύ υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας
Διαταραχές στην ωορρηξία
Τι συμβαίνει:Η γυναίκα έχει κάποιο πρόβλημα στην ποιότητα της ωορρηξίας της, που συχνά συνοδεύεται από αραιομηνόρροια ή αμηνόρροια. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μην υπάρχει καν ωορρηξία ή ότι η ωορρηξία γίνεται μεν, αλλά με άτακτους ρυθμούς. Σε κάποιες περιπτώσεις οι γιατροί συνδέουν το πρόβλημα αυτό και με τις πολυκυστικές ωοθήκες
Σε τι οφείλεται: Το πρόβλημα με την ωορρηξία έχει να κάνει είτε με το γεγονός ότι οι ωοθήκες δεν μπορούν να παράγουν ωάρια είτε δεν μπορούν να πάρουν εντολή ώστε να παράγουν ωάρια. Η αιτία βρίσκεται σε διάφορες ορμονικές διαταραχές, όπως είναι η υπερπρολακτιναιμία, η υπερανδρογοναιμία, οι βλάβες της υπόφυσης, οι βλάβες των ωοθηκών, οι θυρεοειδοπάθειες κ.ά.
Πώς αντιμετωπίζεται: Η αντιμετώπιση συνίσταται στη διέγερση των ωοθηκών με φάρμακα σε μορφή χαπιών ή ενέσεων. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως αυτή των πολυκυστικών ωοθηκών, η λύση είναι η επεμβατική λαπαροσκόπηση. Έχει πάντως παρατηρηθεί πως, αν οι γυναίκες που έχουν πολυκυστικές ωοθήκες είναι παχύσαρκες και χάσουν το 25% του βάρους τους, μπορεί να διορθωθεί το πρόβλημά τους σε ποσοστό 50%, εφόσον όμως δεν συντρέχει και άλλη αιτία υπογονιμότητας
Ενδομητρίωση
Τι συμβαίνει: Η ενδομητρίωση περιγράφεται ως η ανάπτυξη ενδομητρικού ιστού εκτός της μήτρας και απασχολεί το 10% με 15% των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία (συνήθως από 25 ως 35 ετών). Αυτός ο ιστός, που βρίσκεται σε σημεία εκτός της μήτρας, ακολουθεί με τη σειρά του τις ορμονικές επιταγές του σώματος, οπότε, κάθε φορά που η γυναίκα έχει περίοδο, αιμορραγεί κι αυτός, με αποτέλεσμα να προκαλείται ο έντονος πόνος που χαρακτηρίζει την ενδομητρίωση (στη διάρκεια της περιόδου, στην ωορρηξία, σπανιότερα σε άσχετες στιγμές ως πόνος κάπου στην κοιλιά, κατά τη διάρκεια ή μετά τη σεξουαλική επαφή). Βέβαια υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν εμφανίζεται πόνος ούτε κάποιο άλλο σύμπτωμα. O μόνος σίγουρος τρόπος για να γίνει ασφαλής διάγνωση είναι η επέμβαση είτε λαπαροσκοπικά (που είναι και το πιο συνηθισμένο) ή με ανοιχτό χειρουργείο. Γενικά, σύμφωνα με έρευνες, το 50% των γυναικών που έχουν ενδομητρίωση αντιμετωπίζουν επίσης πρόβλημα υπογονιμότητας. Αυτό συμβαίνει επειδή δημιουργούνται προβλήματα στην ανατομική και λειτουργική ακεραιότητα των έσω γεννητικών οργάνων (μήτρα, σάλπιγγες, ωοθήκες)
Σε τι οφείλεται: Oι ειδικοί δεν γνωρίζουν με βεβαιότητα όλες τις πιθανές αιτίες που δημιουργούν την ενδομητρίωση. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες σχετικά με τους λόγους εξαιτίας των οποίων μπορεί να προκαλείται. Ένας από τους σημαντικότερους μπορεί να είναι ότι υπάρχει παλινδρόμηση των κυττάρων του ενδομητρίου προς την κοιλιά μέσω των σαλπίγγων
Πώς αντιμετωπίζεται: Η ενδομητρίωση πρέπει να αντιμετωπίζεται εγκαίρως και αποτελεσματικά και, ανάλογα με το μέγεθος και το είδος του προβλήματος, η λύση είναι είτε η επέμβαση είτε η λήψη φαρμακευτικής αγωγής. Από την άλλη πλευρά, η εγκυμοσύνη -αν βέβαια επιτευχθεί, γιατί η ενδομητρίωση προκαλεί υπογονιμότητα- θεραπεύει προσωρινά και όσο διαρκεί η εγκυμοσύνη, το πρόβλημα της ενδομητρίωσης. Αν το πρόβλημα της ενδομητρίωσης δεν αντιμετωπίζεται, τότε τη λύση έρχεται να δώσει η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (σπερματέγχυση ή εξωσωματική γονιμοποίηση)
Ηλικία
Η γυναικεία γονιμότητα μειώνεται όσο περνάει η ηλικία. Αυτό ξεκινά μετά τα 30, γίνεται πιο εμφανές μετά τα 35 και φυσικά ακόμα πιο σοβαρό μετά την ηλικία των 40, χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν γυναίκες που συλλαμβάνουν φυσιολογικά στα 42 ή και στα 45 ακόμα.
Αλλοι παράγοντες
Αυτοί μπορεί να σχετίζονται με ενδοκρινικά νοσήματα, που συνήθως επηρεάζουν την ωορρηξία (και όχι μόνο) και κατ’ επέκταση και τη γονιμότητα (π.χ. διαβήτης, προβλήματα στο θυρεοειδή, παθήσεις στα επινεφρίδια κ.ά.), με προβλήματα του τραχήλου (π.χ. ο τράχηλος και η τραχηλική βλέννα είναι «εχθρικοί» προς τη διέλευση του σπέρματος εξαιτίας ανοσολογικών παραγόντων, τραχηλίτιδων κ.ά.), με προβλήματα του ενδομητρίου (μια υπερπλασία, ένα ινομύωμα, ένας πολύποδας, η ύπαρξη συμφύσεων εξαιτίας για παράδειγμα μίας απόξεσης κ.ά.), με προβλήματα της μήτρας (εξαιτίας μίας συγγενούς ανωμαλίας της μήτρας, που μπορεί να είναι πολύ μικρή ή να είναι δίκερος, διθάλαμος κ.λπ.), τα οποία αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση.
Παίζει ρόλο η ψυχολογία;
Υπάρχουν ψυχολογικοί παράγοντες, όπως είναι το άγχος, η πίεση της δουλειάς, η κούραση κ.λπ. που παίζουν σημαντικό ρόλο στην ικανότητα σύλληψης. Παρ` όλα αυτά οι ειδικοί εξηγούν πως πρόκειται συνήθως για παροδικούς παράγοντες. Η γυναίκα τα τελευταία χρόνια -και η Ελληνίδα ακόμα περισσότερο από ό,τι παλαιότερα- έχει κάνει μια στροφή προς την καριέρα, έχει αναβαθμίσει το κοινωνικό και το μορφωτικό της επίπεδο και ως εκ τούτου έχει αναλάβει πολλές υποχρεώσεις, που σίγουρα την απομακρύνουν και από την επιθυμία της να δημιουργήσει οικογένεια.
Καθήκοντα που παλαιότερα θεωρούνταν καθαρά αντρικά απασχολούν τη σύγχρονη γυναίκα και συχνά οδηγούν σε σωματοποίηση του άγχους της, που εκφράζεται με γυναικολογικά προβλήματα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η υπερπρολακτιναιμία (η υπερπαραγωγή προλακτίνης), που αναστέλλει την ωοθυλακιορρηξία και οδηγεί σε μία μορφή υπογονιμότητας. Σημαντικό πάντως είναι να σημειώσουμε πως γενικά οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας, επειδή έχουν πολύ άγχος, πιεστικές υποχρεώσεις και δουλεύουν άστατες ώρες, όταν ηρεμήσουν και ρίξουν τους ρυθμούς τους, παρουσιάζουν αποκατάσταση του ορμονικού τους προφίλ και καταφέρνουν εύκολα να συλλάβουν.
Εκτρώσεις και υπογονιμότητα
Oι ειδικοί τονίζουν πως ποτέ δεν μπορούν να πουν με ασφάλεια ότι μία έκτρωση δεν θα δημιουργήσει κανένα ή αντίστοιχα πολλά προβλήματα στη μετέπειτα προσπάθεια μιας γυναίκας να συλλάβει. Γενικά, σύμφωνα με τις στατιστικές, μία στις 150 ή τις 200 εκτρώσεις οδηγεί σε υπογονιμότητα λόγω προβλημάτων που δημιουργούνται στις σάλπιγγες. Φυσικά, όσο πιο προσεκτικά γίνεται μία έκτρωση και όταν τηρούνται όλοι οι κανόνες από το γυναικολόγο και το νοσοκομείο στο οποίο διενεργείται η επέμβαση, τόσο περισσότερο μειώνονται οι πιθανότητες να υπάρξουν επιπλοκές.
Το πρόβλημα είναι πως η έκτρωση μπορεί να προκαλέσει κάποια επιπλοκή, όπως είναι μία φλεγμονή, συμφύσεις εξαιτίας της επέμβασης κ.ά., που μπορεί να οδηγήσουν σε υπογονιμότητα. Από την άλλη πλευρά, η έκτρωση μπορεί να δημιουργήσει επιπλοκές σε μια μελλοντική εγκυμοσύνη (αποβολή, πρόωρος τοκετός ή μεγάλη αιμορραγία), αν προκληθούν προβλήματα στο ενδομήτριο.
Ακόμη, οι ειδικοί δεν μπορούν να μιλήσουν με βεβαιότητα ούτε για το κατά πόσο ο αριθμός των εκτρώσεων παίζει ρόλο στη γονιμότητα. Μπορεί και μία μόνη έκτρωση να δημιουργήσει πρόβλημα υπογονιμότητας, αλλά σίγουρα όσο περισσότερες γίνονται τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να προκύψει κάποια τέτοια επιπλοκή.
Τι μπορεί να σημαίνουν οι αποβολές
Σύμφωνα με τους ειδικούς, αν συμβεί μία και μόνη αποβολή δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Αυτό σημαίνει ότι μία αποβολή που προκύπτει για πρώτη φορά (στο πρώτο τρίμηνο της κύησης) μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο γεγονός, αφού το 12% με 15% των αποδεδειγμένων κυήσεων καταλήγουν σε αποβολή. Αν όμως ο αριθμός αυξηθεί και οι αποβολές επαναληφθούν και γίνουν δύο ή τρεις, τότε θα πρέπει το ζευγάρι -και κυρίως η γυναίκα- να μπει στη διαδικασία να κάνει διάφορες εξετάσεις. Γενικά, αυτό που έχει παρατηρηθεί είναι ότι οι αποβολές αυξάνονται όσο μεγαλώνει η γυναίκα και συνήθως οφείλονται σε: γενετικά αίτια (χρωμοσωμικές ανωμαλίες του εμβρύου), ανατομικά αίτια (στη μήτρα της μέλλουσας μητέρας), ενδοκρινικά αίτια ή λοιμώξεις (π.χ. ερυθρά) της εγκυμονούσας, περιβαλλοντικά ή χημικά αίτια (π.χ. αλκοόλ, καφές) και ανοσολογικά αίτια. Η πρόγνωση σε σχέση με τις αποβολές έχει να κάνει με την αιτία που τις προκαλεί (π.χ. ανατομικά προβλήματα, ανοσολογικοί παράγοντες, γενετικά νοσήματα, ορμονικά προβλήματα κ.ά.).
Προσοχή:
Όταν μία αποβολή συμβεί μετά τη 12η εβδομάδα της κύησης, είναι σκόπιμο να υπάρξει περαιτέρω διερεύνηση των αιτίων που πιθανώς την προκάλεσαν, ώστε αυτά, αν είναι δυνατό, να προληφθούν σε μελλοντική εγκυμοσύνη.
Σχόλια