Ουρεόπλασμα
Tο ουρεόπλασμα είναι τόσο συχνό, ώστε το βρίσκουμε περίπου στο ένα τρίτο (30%) όλων των νεογέννητων κοριτσιών! Μετά την εφηβεία, η προσβολή από ουρεόπλασμα συμβαίνει κυρίως μέσω σεξουαλικών επαφών.
Σε σειρά μελετών, το ουρεόπλασμα απομονώθηκε στο ίδιο ποσοστό, τόσο στα γόνιμα όσο και στα υπογόνιμα ζευγάρια. Οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν πως ελλείψει στοιχείων, η αναζήτηση ουρεοπλάσματος ή άλλου μυκοπλάσματος στα πλαίσια διερεύνησης της υπογονιμότητας, δε θεωρείται απαραίτητη.
Μύθος ότι το ουρεόπλασμα
σχετίζεται με αποβολές
Το ουρεόπλασμα έχει
ενοχοποιηθεί ήδη από τη δεκαετία του
1960 για αυτόματες αποβολές στις έγκυες
(επειδή βρέθηκε σε υλικό αποβολών).
Εάν μελετήσει κανείς προσεκτικά τη διεθνή βιβλιογραφία, θα διαπιστώσει πως τα στοιχεία που συσχετίζουν το ουρεόπλασμα με τις αποβολές παρουσιάζουν πολλά τρωτά σημεία. Το να προσβληθεί ένα τελειόμηνο νεογνό από ουρεόπλασμα (ή άλλο μυκόπλασμα) κατά τη διάρκεια του τοκετού από την επαφή του με τον κόλπο της μητέρας, δε θεωρείται γενικά ως αιτία πρόκλησης.σοβαρής λοίμωξης, τουλάχιστον στα περισσότερα νεογνά.
Το ουρεόπλασμα πολλές
φορές συμβιώνει με τον άνθρωπο, χωρίς
να προκαλεί βλάβες. Ωστόσο σε ευαίσθητα
άτομα προκαλεί μία ποικιλία κλινικών
συνδρόμων και λοιμώξεων Το ουρεόπλασμα
δεν προκαλεί σοβαρές λοιμώξεις.
Διάγνωση
Δειγματοληψία
Η εξέταση μπορεί να
γίνει σε κολπικό-τραχηλικό υγρό, οφθαλμικό
υγρό, αίμα, σπέρμα, ούρα, ιστό περιόδου
και αμνιακό υγρό.
Προσδιορισμός
Το εργαστήριο μπορεί
με τη μέθοδο της ποσοτικής PCR να ανιχνεύσει
με μεγάλη ευαισθησία > 95% την ύπαρξη
του βακτηρίου Ureaplasma urealyticum στο δείγμα.
ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΓΕΝΙΚΩΣ
Η χρήση προφυλακτικού
ελαττώνει τη συχνότητα εμφάνισης
διαφόρων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων
νόσων, γονόρροιας, ουρεοπλάσματος και
πυελικής φλεγμονής.
Η εκρίζωση του
ουρεοπλάσματος από το κατώτερο γεννητικό
σύστημα (κυρίως από τον κόλπο) είναι
δύσκολη. Αιτία γι’αυτό είναι το ότι το
όξινο pH του κόλπου αδρανοποιεί τα
αποτελεσματικά αντιβιοτικά όπως η
ερυθρομυκίνη. Πάρα ταύτα, σε επίμονες
καταστάσεις που δεν ανταποκρίνονται
σε τετρακυκλίνες, πρέπει να εφαρμόζεται
αγωγή με ερυθρομυκίνη ή κινολόνες.
Σχόλια